"Ας πάγωνε ο χρόνος σε τούτη τη στιγμή,
ας κράταγες το χέρι μου σφιχτά παντοτινά,
του φθινοπώρου οι μυρωδιές ας ήταν μουσική,
θα μας νανούριζαν γλυκά στην ακροθαλασσιά ".
15/10/24
Θανάσης Καλλονιάτης©
"Ας πάγωνε ο χρόνος σε τούτη τη στιγμή,
ας κράταγες το χέρι μου σφιχτά παντοτινά,
του φθινοπώρου οι μυρωδιές ας ήταν μουσική,
θα μας νανούριζαν γλυκά στην ακροθαλασσιά ".
15/10/24
Θανάσης Καλλονιάτης©
Μεγάλη η χαρά μου οπότε μου δίνεται η ευκαιρία να γράψω για μικρά παιδιά. Έτσι λοιπόν με αφορμή την εκπαιδευτική δράση του 5ου Δημοτικού σχολείου Μυτιλήνης για την Παγκόσμια ημέρα της Γης (05 Ιουνίου), ο πρώτα απ' όλα φίλος Πάνος Γαληνός, μου ζήτησε να γράψουμε ένα παιδικό τραγουδάκι, όπερ και εγένετο...
"Σάπιο τούτο το βασίλειο, που λαμπερό απ' έξω φαντάζει. Ο Βασιλιάς Καρνάβαλος και ο Νέρωνας τον πρώτο λόγο έχουν, και από κάτω λογιώ λογιώ πατατρεχάμενοι, με τάξη βαλμένοι ο ένας πίσω απ' τον άλλον, με τα καθρεφτάκια στολισμένοι, αλληλοκαμαρώνονται. Με λήθη γεμάτο το ποτήρι της εξουσίας, αλίμονο η δύση είναι κοντά".
"Κάτασπρα πουλιά, ολόλευκα τα φτερά τους, ταξίδεψαν στου χρόνου το πέρασμα, αλώβητα, ανεπηρέαστα συνέχιζαν το ταξίδι τους μέσα στις καταιγίδες, που με άσβεστη μανία, με χίλιους δυο τρόπους,πάλευαν να τα ρίξουν, για σε φλεγόμενη γη, για σε θάλασσα μουντή, σκοτεινή.
Μα τούτα άντεξαν, έμειναν αγνά, όπως όταν γεννήθηκαν και το μόνο που ζητούσαν, να βρουν το καταπράσινο λιβάδι, απάτητο όπως το 'χαν αφήσει, με μικρές λιμνούλες που το πρωινό φως του ήλιου τις έκανε να μοιάζουν καθρέφτες του ουρανού, γεμάτο δέντρα λογής λογής, φορτωμένα με φρούτα, ένα μωσαϊκό γεμάτο χρώματα και μυρωδιές.
Εκεί γεννήθηκαν, εκεί ήθελαν να επιστρέψουν,να ξαποστάσουν, να κοιμηθούν να ξεκουραστούν απ' της ζήσης τους τις κακοτοπιές.
Και ανέλπιστα σαν τον τόπο βρήκαν, είχε αλλάξει τούτος.
Το πράσινο της γης χώμα γκρίζο και τραχύ είχε γίνει, οι λιμνούλες λάσπες γεμάτες, δέντρα λίγα είχαν απομείνει, και αυτά ξερά, η δυσοσμία της αμφιβολίας διάχυτη στον ουρανό.
Μα δεν τους ένοιαζε διόλου, τούτος ήταν ο τόπος τους, εδώ γεννήθηκαν, γεμάτα χαρά θέλησαν μετά από τα τόσα ταξίδια εδώ να μείνουν να τον αλλάξουν τούτο τον τόπο, να τον κάνουν όπως ήταν, γιατί τούτα έβλεπαν την ελπίδα, την χαρά του, το αληθινό του πρόσωπο.
Μα αλίμονο μαύρες σκιές, σαν σκοτεινά κοράκια, ορμάνε πάνω τους και δεν τους αφήνουν να πατήσουν στο τόπο τους, εδώ που γεννήθηκαν, εδώ που για πρώτη φορά γνώρισαν αγάπη, έρωτα, ζωή.
Τούτες οι σκιές πια έχουν ριζώσει στο τόπο τούτο, δικό τους τον έχουν κάμει, κει θαρρώ θα μένουν μέχρι οι ουράνιες νεφέλες που κουβαλούν το φως να τις ρίξουν στην στερνή τους άβυσσο".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Παρουσίαση της Ποιητικής μου Συλλογής "Ταξίδια Αλαργινά" στα πλαίσια της εκδήλωσης «Μια συνάντηση με συγγραφείς του νησιού και γνωριμία με το έργο τους», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Εβδομάδας Μικρών Βιβλιοπωλείων, τη Δευτέρα 27 Μαΐου 2024 και ώρα 20:00, στο Βιβλιοπωλείο Φωτίου, στη Μυτιλήνη.
Η Γενική Γραμματέας της Ε.Λ.Α. κ. Μαρία Βρανά - Παπάλα μιλά για την ποιητική μου συλλογή :
Στου φεγγαριού το φως, αγγίζουν
την αλήθεια,
θαρρούνε με την πένα τους, τούτη
θα φανερώσουν,
ξεχνούν, ο κόσμος στράβωσε, γέμισε
ασχήμια,
δεν ειν' αγρός απάτητος, χαράματα
να οργώσουν.
Τα χέρια τους σφυριά, η πένα τους
καλέμι,
βράχος γερός ο πάπυρος, με λόγια
θα τον λιώσουν,
δε μοιάζουν σαν τους άλλους,
μακριά απ' τη αγέλη,
αποζητούν τη λύτρωση, τη Θεϊκή
να νιώσουν.
Αλλοίμονο ο δρόμος τους, μοναχικός,
σκληρός,
αγκάθια, αγριόχορτα, στρωμένα
από σειρήνες,
δε ψάχνουνε τη δόξα, ο λόγος
τους φτωχός,
γραμμένος χωρίς πάπυρους,
οι σκέψεις τους λεπίδες.
Από την ποιητική μου συλλογή "Ταξίδια Αλαργινά"
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Κίβδηλα τα είδωλα, στ' Ολύμπου
τη κορφή,
πολύχρωμα, ανέμελα, φτιαγμένα
από πηλό,
παράσημα στο στήθος τους, επίγειοι
θεοί,
προσκύνησαν τον Μαμωνά σε κόσμο
νοσηρό.
Κίβδηλα τα είδωλα, με κάλπικα
φτερά,
βαλμένα σαν του ‘Ικαρου, στην πλάτη
με κερί,
η πρόσκαιρη η λάμψη, εγωισμό
γεννά,
με πάταγο η πτώση, στο τέλος
που 'ναι αρχή.
Κίβδηλα τα είδωλα, μα ο Αδάμ
τα προσκυνά,
το μήλο θα γευτεί ακόμη μια
φορά,
παράδεισο στη δόλια γη, μέσα στη
σκοτεινιά,
θαρρεί πως τούτοι υπόσχονται,
μα η ψυχή βογκά.
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Από την ποιητική μου συλλογή "Ταξίδια Αλαργινά"
"Η ζωή είναι σαν ένα ποτάμι που διασχίζει τις σκέψεις μας τις στιγμές μας, που κάποιες φορές είναι ορμητικό, χείμαρρος που παρασύρει στο πέρασμα του τα πάντα, άλλες πάλι η ροή του είναι τόσο ήρεμη, σαν θρόισμα φύλλων το φθινόπωρο, σαν ανοιξιάτικο βραδινό αεράκι. Τούτες τις φορές που το ποτάμι της ζωής μοιάζει με λιμνούλα, είναι αυτές που πρέπει να σκεφτόμαστε καθαρά, ξάστερα, να παίρνουμε αποφάσεις που καθορίζουν την συνέχεια μας, το είναι μας, πριν το ποτάμι γίνει ορμητικό πάλι παρασύροντας ότι μέχρι εκείνη την στιγμή στην ζωή θεωρούμε δεδομένο".
"Ψάχνω να σε βρω στο πλήθος που σιμά μου περπατά,
νομίζω σε κοιτώ, το χέρι απλώνω να σ' αγγίξω,
μα χάνεσαι στου χρόνου τη περασιά,
αγάπη μου στερνή , καρδιάς μου ζεστασιά".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Ας φύσαγε αγέρας στο νου μου δυνατός,
τα σύννεφα να έδιωχνε, απ' του ουρανού μου τη ρωγμή,
να ' βγαινε ο ήλιος λαμπερός,
να φωτίσει του σκοταδιού μου τις σκέψεις ,
αγάπη μου μοναδική".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Καθισμένος μόνος σε τούτο το φτιαγμένο απ' ρομαντικούς παγκάκι που καθόταν με την Νέλλη ώρες ατελείωτες, μιλώντας πότε για το ένα πότε για το άλλο, αγναντεύει τούτο το πέλαγος που τους χωρίζει αλλά και τους ενώνει συνάμα, θυμάται τις όμορφες στιγμές που ο ένας άγγιζε τον άλλον και μόνο αυτό τους έδινε την δύναμη να παλέψουν για το αδύνατο, να το κάμουν δυνατό.Βλέπει τα κύματα που απαλά χαϊδεύουν την ακρογιαλιά και στο νου του φέρνει το χάδι της, την πνοή της, το χαμόγελο της, συντροφιά του τούτες τις στιγμές που η μοναξιά βασιλεύει στις πιο απόμακρες γωνιές του νου του.
Θαρρείς τα κύματα και συνωμότησαν με το θεό Μορφέα, και ο Νικόλας σε μια στιγμή ταξίδευε πάνω στα κύματα, πάνω στη ράχη λευκού σταχτοδέλφινου' παρέα τους οι γλάροι που νόμιζες ότι γελούσαν δυνατά, και ψάρια που πετούσαν πλάι τους, και όταν κουράζονταν ξαπόσταιναν πάνω σε δυο ή τρεις φάλαινες που ταξίδευαν μαζί τους λίγο παραπέρα.Απορεί ο Νικόλας με όλα τούτα, μάταια ψάχνει εξήγηση, μα να, στεριά μπροστά του.
Αρχαίας θεάς τόπος ιερός, στην άκρη της Αττικής γης που φως γεννιέται, να βρέχεται απ' του Αιγέα τα νερά.
Εκεί μπροστά στα μάτια του δυο θεριά έτοιμα να κατασπαράξουν το 'να τ' άλλο, τόσο ίδια μα και τόσο αλλιώτικα μεταξύ τους. Φυσά ο αγέρας, του ψιθυρίζει τα ονόματα τους, τρόμο γεμίζει ο νους του. Άγριο το παλεσιό τους, δίχως νικητή, δίχως ηττημένο, τα ουρλιαχτά τους εφιάλτης στου ονείρου τη τρεχάλα. Μα ξάφνου τούτα σταματούν τη μάχη τους, προς αυτόν κοιτούν, γελούν περιπεκτικά, και θαρρώ σαν να αγριεύουν. Κατά πάνω του έρχονται με μανία, τα μάτια τους κόκκινα σαν αίμα σφαγμένου ζώου, την ανάσα τους μυρίζει, τρέχει προς την θάλασσα να ξεφύγει, ο φόβος έχει κυριεύσει το νου του. Σκοντάφτει, πέφτει κάτω, θαρρεί τούτο είναι το τέλος και κλείνει τα μάτια.
Τα ουρλιαχτά, τα γέλια σταμάτησαν. Το μόνο που ακού είναι ο παφλασμός των κυμμάτων. Η βρώμα απ' την ανάσα τους χάθηκε, το άρωμα απ' τις λεβάντες που είναι απλωμένες παντού, την έχει σβήσει απ' το μυαλό του.Κάθεται πάλι εκεί, στο παγκάκι τους μα τούτη τη φορά να ονειρεύεται ξύπνιος, να ελπίζει, να προσμένει, πότε τούτα τα θεριά θα χαθούν στα βάθη της θάλασσας."
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Δυο λέξεις σε χαρτί παλιό,
της καρδιάς μου ράγισμα θωρώ,
του γέλιου σου με σκύβει η βοή,
στο τέρμα του δρόμου, αναζητώ ζωή.
Στα χαμένα γυρεύω τις σκιές,
αγγίζω της καρδιάς μου τις σχισμές,
τη λύτρωση κοιτώ στο ουρανό,
αλίμονο, στο νου μου δαιμόνων ουρλιαχτό"
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Τα είδωλα μας με πάθος προσκυνούμε,
τη φθορά της σάρκας λησμονούμε,
της ψυχής θολώνει η ομορφιά,
στο τρέξιμο του χρόνου,στερνή σκιά."
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Από την ποιητική μου συλλογή "Ταξίδια Αλαργινά""Λάμπει το χαμόγελο σου σαν με κοιτάς,
θροΐζει του μυαλού μου τα κενά,
του σκοταδιού μου ανέμελος γίνομαι φυγάς,
τον έρωτα μου για σε μεθά"
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Τούτες οι σκιές ύπουλα στα όνειρα μου ξεφυτρώνουν σαν αγριόχορτα στον ολάνθιστο κήπο.
Οι ψίθυροι τους ουρλιάζουν, τρυπάνε τα άδυτα του νου μου, κάνουν τα μάτια μου καταρράκτες που ποτίζουν τις μνήμες, τις θύμησες.
Τις ακούω στον αέρα που λυσσομανά, στη βροχή, που μάταια παλεύει τα βρώμικα να παρασύρει στη λήθη, στην ανάσα μου που αργά σιγοτραγουδά στης νυχτιάς τα ήσυχα.
Στα τάρταρα να τις σύρω θέλω, μα δύναμη δεν έχω, γονατισμένος απ' το χλεύασμα τους.
Ένα φύσημα σου καρτερώ, να λυτρωθώ, να τις διώξει στου χρόνου τη περασιά, να ρθει γλυκιά απανεμιά".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Στα μάτια σε κοιτώ, εκλιπαρώ,
της αλήθειας τη λύτρωση αναζητώ,
απ' τα χείλη σου να διώξεις τα θολά,
της ψυχής μου ανάσταση γλυκιά"
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
"Θάλασσα μου όμορφη, γαλήνη του μυαλού μου,
χαμόγελο μου ακριβό,
του κόσμου του δικού μου,
λαχτάρα έχω να σε δω,
τα χείλη σου να αγγίξω,
και στο κορμί σου ναυαγός,
ας γίνω,
τη δίψα μου για σενανε,
να σβήνω.
Τον αφρισμένο σου θυμό,
τον νιώθω στο κορμί μου,
πολύχρωμη η γαλήνη σου,
βάλσαμο στην ψυχή μου,
στα γαλανά σου τα νερά, άφοβα βουτώ,
ας χαθώ,
στου βυθού σου τη παγωμένη καρδιά ας σκλαβωθώ.
Ταξίδια αλαργινά, στου κύματος σου την ορμή,
χαράγματα απ' των ύφαλων σου
τη κόψη,
βάλσαμο η δική σου η μορφή,
πάνω μου χτυπά με μανία η βροχή,
μα μένω εκεί,
σα σκαρί λησμονημένο,
στου καρνάγιου τη στοργή".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2024
Απο την ποιητική μου συλλογή "Ταξίδια Αλαργινά""Το στερνό μονοπάτι διαβαίνεις μοναχός,
πίσω δεν κοιτάς, χαμογελάς,
της σάρκας τη φθορά δεν αποζητάς.
Ζωγραφισμένο το παράπονο στα μάτια,
ένα "γιατί" σου σφίγγει τη καρδιά,
της μάνας νοσταλγείς τα χάδια,
της αγάπης, θα σου λείψουν τα φιλιά.
Ας είναι καλό,
τούτο το ταξίδι το στερνό,
ας πετάξει η ψυχή σου ψηλά,
στου παραδείσου την ζεστή αγκαλιά".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2023
"Χάνομαι στις σκιές, σκιά κ' εγώ,
βλέμμα γκρίζο, καθρέφτης της ψυχής μου,
αναζητώ σε όαση νερό,
ταξίδι στη λήθη, του νου μου ερημιά,
τα δάκρυα ορμητικά κυλούν,
ψυχής απανεμιά".
Θανάσης Καλλονιάτης ©2023
"Η πνοή σου μέσα μου, ζωή,
στα σκοτάδια μου, λάμψη φλογερή,
αγιόκλημα απάνω μου, πλεχτό,
του δρόμου μου, εσύ 'σαι φυλαχτό".
Θανάσης Καλλονιάτης Κατοχυρωμένο 2023
"Τι άλλο 'πόμεινε σ' τούτο το μονοπάτι,
μόνο μολύβι και χαρτί,
παρηγοριά στη θλίψη,
καρδιά, άχρωμη, μουντή.
Της μοίρας γραμμένο θαρρώ,
όνειρο άπιαστο στο δρόμο μου,
τ' ακουμπώ,
μα τούτο, καπνός με μιας,
της ψυχής κρυφός νταλκάς.
Αγκαλιά με της ζωής τα στερνά,
χάνομαι στου δρόμου το σκοτάδι,
φυλακίζω στου μυαλού μου τα βαθιά,
του χαμόγελου σου, το χάδι.
Της σιωπής σου ναυαγός,
στη θάλασσα σου ,θάνατος αργός"
"Μικρή παιδούλα έφτασες απ' τη
ξενιτιά,
πρώτη φορά αντίκριζες την όμορφη
πατρίδα,
μικρή αθώα μου ψυχή, του νου σκέψη
βαθειά,
πως τ' όνειρα, που έκανες θα γίνονταν
ελπίδα.
Τον έρωτα δε πρόλαβες να τον
εγνωρίσεις,
το αίμα σου το ίδιο, σε πούλησε
φθηνά,
όσο αν σκεφτόσουνα πως πάλι
θα γυρίσεις,
αλίμονο κατάλαβες πως πια είναι
αργά.
Την εντολή της γένεσης νωρίς, σκληρά,
γνωρίζεις,
αυξάνεστε, πληθύνεστε, πλευρό
του Ιάφεθ συ,
αγάπη, έρωτα, εισέπραξες
νομίζεις,
στην αγκαλιά σου κράτησες μικρή,
αγνή παιδί.
Βάρος διπλό εσήκωσες, δε
μίλησες ποτέ,
καρτερικά περίμενες το ταίρι σου
να αλλάξει,
της λησμονιάς το φάρμακο
δοκίμασες καημέ,
πικρόγλυκο, μα βάλσαμο, μα
σου 'ταξαν μετάξι.
Χρόνια πολλά περάσανε, απόμεινες
μονάχη,
αναπολείς, ανέμελα της νιότης σου
χαρές,
αλίμονο δεν έζησες των κοριτσιών
τη μάχη,
ζωή δική σου ζήσανε, άλλοι, χωρίς
ντροπές".
Το ποίημα από την ποιητική μου συλλογή Πρώτα Βήματα