Πετούνε τα κοράκια, πάλι
στον ουρανό,
ντυμένα είναι τούτα, λευκά,
σα περιστέρια,
το κρώξιμο ακούγεται σαν λύπη,
στο χαμό ,
τα όμορφα φτερά τους, του Ευρύνομου
τα χέρια.
Με πόνο, με συμπόνια, μιλούν
με σπαραγμούς,
της πλάνης πέπλο άπλωσαν πάνω
σ' αποκαΐδια,
μα κάλπικα τα δάκρυα, πάνω στους
σκελετούς,
που άφησε η λαίλαπα, μαυρίλα
και ασχήμια.
Ψηλά στον ουρανό, ο ματωμένος
ήλιος,
οσμή θανάτου απλώθηκε, οσμή
αρρωστημένη,
φωλιά κοράκων γέμισε με κίβδηλο
θυμό,
αναρωτιέμαι ετούτη η γη, από τι
'ναι "μολυσμένη".
σα περιστέρια,
το κρώξιμο ακούγεται σαν λύπη,
στο χαμό ,
τα όμορφα φτερά τους, του Ευρύνομου
τα χέρια.
Με πόνο, με συμπόνια, μιλούν
με σπαραγμούς,
της πλάνης πέπλο άπλωσαν πάνω
σ' αποκαΐδια,
μα κάλπικα τα δάκρυα, πάνω στους
σκελετούς,
που άφησε η λαίλαπα, μαυρίλα
και ασχήμια.
Ψηλά στον ουρανό, ο ματωμένος
ήλιος,
οσμή θανάτου απλώθηκε, οσμή
αρρωστημένη,
φωλιά κοράκων γέμισε με κίβδηλο
θυμό,
αναρωτιέμαι ετούτη η γη, από τι
'ναι "μολυσμένη".
Θανάσης Καλλονιάτης
Κατοχυρωμένο ~ 2021
Κατοχυρωμένο ~ 2021