"Δάκρυα απ τα μάτια σου,
όχι λύπης, όχι χαράς,
μα μετανοίας, βαθιάς,
των αμαρτιών σου, κρυφός σεβντάς.
Κατάματα κοιτάς την λευτεριά, λύτρωσης απανεμιά,
του μίσους δε γίνηκες καμβάς
του αγαθού Κύριου μας,
τα πόδια φιλάς.
Άφεση ποθούν,
η σάρκα, η ψυχή, η καρδιά σου,
τα λόγια, το άγγιγμα ζητούν,
τη κλειδωνιά του παραδείσου να ανοίξουν,
για σε αμαρτωλή,
οι αμυγδαλιές των ουρανών να ανθίσουν".
Θανάσης Καλλονιάτης Κατοχυρωμένο 2023
17 Απριλίου 2023
08 Ιανουαρίου 2023
Ωδή στον Αρχάγγελο μας
"Μ' αίμα χριστιανομαρτύρων, και γη Αιολική,
πλασμένο, τ' Άγιο σώμα ,
όλοι το προσκυνάμε με δέος, με ταπεινή ψυχή,
τη μεσιτεία του ζητούμε,
με πόνο στη καρδιά,
με δάκρυα στα μάτια, σκυφτοί,
στη αμόλυντή του αγκαλιά.
Η σκέπη των φτερών του,
η κόψη του σπαθιού,
στη ζήση μας προστάτες,
τ' ουράνιου στρατηγού,
η Χάρη του ας φωτίζει,
του νου μας τα θολά,
πνευματική ευλογία,
σε χρόνια σκοτεινά".
Θανάσης Καλλονιάτης Κατοχυρωμένο 2023
02 Νοεμβρίου 2022
Οι Απέθαντοι
"Φωνάζουνε, ποιος τους ακού, πνιγμένοι στα φλουριά μας,
στης ηδονής το άγγιγμα,
στης ύλης τη σκλαβιά,
τυφλοί, θολά 'μεις βλέπουμε, μόνο τη θωριά μας,
του Λούκουλου τις πεθυμιές, της Εύας τη ψευτιά.
Απέθαντοι, σκοπός τους,
τα μάτια της ψυχής μας,
να δούνε μονοπάτι,
στενό μα φωτεινό,
το χάσαμε, νομίζαμε, πως τούτο
πωρπατάμε,
πώς δρόμο ακλουθάμε σωστό και θεϊκό.
Αλίμονο, οι απέθαντοι, προφήτες βιβλικοί,
μελλούμενα μας κράζουν, με βροντερή φωνή,
αλίμονο, οι απέθαντοι στο σκότος δίνουν φώς,
η άρνηση η δική μας, τάφος ψυχής μουντός".
Θανάσης Καλλονιάτης Κατοχυρωμένο 2022
στης ηδονής το άγγιγμα,
στης ύλης τη σκλαβιά,
τυφλοί, θολά 'μεις βλέπουμε, μόνο τη θωριά μας,
του Λούκουλου τις πεθυμιές, της Εύας τη ψευτιά.
Απέθαντοι, σκοπός τους,
τα μάτια της ψυχής μας,
να δούνε μονοπάτι,
στενό μα φωτεινό,
το χάσαμε, νομίζαμε, πως τούτο
πωρπατάμε,
πώς δρόμο ακλουθάμε σωστό και θεϊκό.
Αλίμονο, οι απέθαντοι, προφήτες βιβλικοί,
μελλούμενα μας κράζουν, με βροντερή φωνή,
αλίμονο, οι απέθαντοι στο σκότος δίνουν φώς,
η άρνηση η δική μας, τάφος ψυχής μουντός".
Θανάσης Καλλονιάτης Κατοχυρωμένο 2022
10 Αυγούστου 2022
Άθως
"Γαλήνη νιώθει η ψυχή, σε τούτο
το βουνό,
το ξεχασμένο απ' το κόσμο, τον
τυφλό,
μεσαίωνα κατάλοιπο, γι' τούτους,
κάστρο παλιό,
απάγκιο γαλήνιο, σα πάμε ' μεις,
με πρόσωπο χλωμό.
Σκιές πα' στη κορφή του, δεν είναι
φαντασίες,
μηδέ μυαλού παιχνίδια, σε τόπο
νοερό,
το πνεύμα μας πλανιέται, σε
δόλιες αμαρτίες,
την άφεση γυρεύουμε σε τόπο
ιερό.
Θαρρώ σαν είμαι 'δω, στον έβδομο
ουρανό,
τ' αρχάγγελου φτερά, φορώ
στη ράχη,
γναντεύοντας το μέλλον,
το βουνό,
το ξεχασμένο απ' το κόσμο, τον
τυφλό,
μεσαίωνα κατάλοιπο, γι' τούτους,
κάστρο παλιό,
απάγκιο γαλήνιο, σα πάμε ' μεις,
με πρόσωπο χλωμό.
Σκιές πα' στη κορφή του, δεν είναι
φαντασίες,
μηδέ μυαλού παιχνίδια, σε τόπο
νοερό,
το πνεύμα μας πλανιέται, σε
δόλιες αμαρτίες,
την άφεση γυρεύουμε σε τόπο
ιερό.
Θαρρώ σαν είμαι 'δω, στον έβδομο
ουρανό,
τ' αρχάγγελου φτερά, φορώ
στη ράχη,
γναντεύοντας το μέλλον,
δυσοίωνο, θόλο,
της Βαβυλώνας τα παιδιά,
το πλάθουν τούτο,
χωρίς μάχη"
Θανάσης Καλλονιάτης - Κατοχυρωμένο 2022
της Βαβυλώνας τα παιδιά,
το πλάθουν τούτο,
χωρίς μάχη"
08 Αυγούστου 2022
Αποκάλυψη
"Φωτίστηκε το σπήλαιο, χάθηκε
το σκοτάδι,
άκτιστο φως γέμισε σε κάθε
του γωνιά,
Πάτμο μου εσύ, απ' όλα τα
νησιά,
σε σένα έλαχε ετούτη η
ευλογία.
"Γέροντα", είπε ο Πρόχορος και
κοίταξε ψηλά,
θωρώντας τ' άγιο τούτο φως,
σημάδι θεϊκό,
πωρπάτησε, με φόβο στον Άγιο
σιμά,
μελλούμενα να γράψει σε πάπυρο
παλιό.
Θεού Υιός, μιλά σε εκκλησιές, αυτές
είναι εφτά,
λόγια σοφά, και πατρικά, δικά του
είναι παιδιά,
αγαθά και πονηρά, διάκριση καμιά,
όλα τ' αγαπά,
σαν τέλος έρθει, κοντά
τα θέλει, δεξιά.
Υψώθηκε ο Άγιος, επήγε στα
ουράνια,
μπροστά σε θρόνο ολόφωτο
Υψίστου κατοικία,
πρεσβύτερους στα γόνατα ψαλμούς
να μουρμουράνε,
δοξάζοντας αιώνια,
τη δημιουργία.
Ζώα μπροστά του κείτονταν
αλλιώτικα στην όψη,
λιοντάρι, μόσχου, αετού, ανθρώπου
μοιάζαν τούτα,
γεμάτα μάτια και φτερά σε όλο τους
το σώμα,
τρόμο μεγάλο προκαλούν σ' αυτόν
που τα θωρεί.
Βιβλίο επτασφράγιστο στα χέρια
του Υψίστου,
μόνο ο Λόγος του μπορεί, αυτό να
το ανοίξει,
ίπποι αλλόχρωμοι, χριστιανομάρτυρες,
σεισμοί,
στις έξι τις σφραγίδες, αλίμονο στην
έβδομη, σαλπίσματα αγγέλων.
Αλίμονο εσάλπησαν άγγελοι του
ουρανού,
αίμα γινόνται τα νερά, χάνονται απ'
τη γη,
χαλάζι αίμα και φωτιά πέφτουν από
ψηλά,
κληρονομιά του Ισραήλ στο οίκο
του Θεού,
μες στις νεφέλες φάνηκε, χαμένη
από παλιά.
Θηρία γιόμισε η γη, το ένα μετά το
άλλο,
το Γιο να εκθρονίσουνε, να πάρουνε
το θρόνο,
χάραγμα στο μέτωπο, στο χέρι
να χαράξουν,
αφέντες άνομοι, δειλοί, τ' ανθρώπου
να γενούνε.
Πολλοί χάραγμα δέχθηκαν, λίγοι
το απορρίψαν,
επτά φιάλες Θεϊκές με οργή απ'
τους αγγέλους,
αρρώστιες, πικρές και φωτιές σ' αυτούς
που προσκυνάνε,
τον πονηρό, τον ασεβή, παιδί
της ανομίας.
Ω Βαβυλώνα ξακουστή των πόλεων
καμάρι,
παιδιών σου, κλαυθμός κι οδυρμός
ακούγεται παντού,
σα χάρτινη γκρεμίζεσαι, χάνεσαι
απ' το χάρτη,
νόμιζες, αιώνια θα στέκεσαι, πόλη
του πονηρού.
Μέσ' σε νεφέλες και αστραπές, εφάνηκε
ο Ένας,
αντίχριστο και ακόλουθους, στο χάος
να τους ρίξει,
αυτούς που τον πιστέψανε στα ουράνια
να πάρει,
σε νέα Ιερουσαλήμ, χωρίζοντας με δίκαιο,
την ήρα απ' το σιτάρι".
το σκοτάδι,
άκτιστο φως γέμισε σε κάθε
του γωνιά,
Πάτμο μου εσύ, απ' όλα τα
νησιά,
σε σένα έλαχε ετούτη η
ευλογία.
"Γέροντα", είπε ο Πρόχορος και
κοίταξε ψηλά,
θωρώντας τ' άγιο τούτο φως,
σημάδι θεϊκό,
πωρπάτησε, με φόβο στον Άγιο
σιμά,
μελλούμενα να γράψει σε πάπυρο
παλιό.
Θεού Υιός, μιλά σε εκκλησιές, αυτές
είναι εφτά,
λόγια σοφά, και πατρικά, δικά του
είναι παιδιά,
αγαθά και πονηρά, διάκριση καμιά,
όλα τ' αγαπά,
σαν τέλος έρθει, κοντά
τα θέλει, δεξιά.
Υψώθηκε ο Άγιος, επήγε στα
ουράνια,
μπροστά σε θρόνο ολόφωτο
Υψίστου κατοικία,
πρεσβύτερους στα γόνατα ψαλμούς
να μουρμουράνε,
δοξάζοντας αιώνια,
τη δημιουργία.
Ζώα μπροστά του κείτονταν
αλλιώτικα στην όψη,
λιοντάρι, μόσχου, αετού, ανθρώπου
μοιάζαν τούτα,
γεμάτα μάτια και φτερά σε όλο τους
το σώμα,
τρόμο μεγάλο προκαλούν σ' αυτόν
που τα θωρεί.
Βιβλίο επτασφράγιστο στα χέρια
του Υψίστου,
μόνο ο Λόγος του μπορεί, αυτό να
το ανοίξει,
ίπποι αλλόχρωμοι, χριστιανομάρτυρες,
σεισμοί,
στις έξι τις σφραγίδες, αλίμονο στην
έβδομη, σαλπίσματα αγγέλων.
Αλίμονο εσάλπησαν άγγελοι του
ουρανού,
αίμα γινόνται τα νερά, χάνονται απ'
τη γη,
χαλάζι αίμα και φωτιά πέφτουν από
ψηλά,
κληρονομιά του Ισραήλ στο οίκο
του Θεού,
μες στις νεφέλες φάνηκε, χαμένη
από παλιά.
Θηρία γιόμισε η γη, το ένα μετά το
άλλο,
το Γιο να εκθρονίσουνε, να πάρουνε
το θρόνο,
χάραγμα στο μέτωπο, στο χέρι
να χαράξουν,
αφέντες άνομοι, δειλοί, τ' ανθρώπου
να γενούνε.
Πολλοί χάραγμα δέχθηκαν, λίγοι
το απορρίψαν,
επτά φιάλες Θεϊκές με οργή απ'
τους αγγέλους,
αρρώστιες, πικρές και φωτιές σ' αυτούς
που προσκυνάνε,
τον πονηρό, τον ασεβή, παιδί
της ανομίας.
Ω Βαβυλώνα ξακουστή των πόλεων
καμάρι,
παιδιών σου, κλαυθμός κι οδυρμός
ακούγεται παντού,
σα χάρτινη γκρεμίζεσαι, χάνεσαι
απ' το χάρτη,
νόμιζες, αιώνια θα στέκεσαι, πόλη
του πονηρού.
Μέσ' σε νεφέλες και αστραπές, εφάνηκε
ο Ένας,
αντίχριστο και ακόλουθους, στο χάος
να τους ρίξει,
αυτούς που τον πιστέψανε στα ουράνια
να πάρει,
σε νέα Ιερουσαλήμ, χωρίζοντας με δίκαιο,
την ήρα απ' το σιτάρι".
Θανάσης Καλλονιάτης - Κατοχυρωμένο 2022
20 Απριλίου 2022
Σταύρωσον αυτόν
"Σ' ετούτο τ' άγιο χώμα, τα δάκρυα κυλούν,
αυτών που σ' αγαπάνε, αυτών,
που για σένανε πονάνε.
Ψίθυροι στα πόδια σου, σαν
φύλλα που θροΐζουν,
ο φόβος ειν' πιο δυνατός,
άκου τους, άμοιροι,
δεν γνωρίζουν.
Τα μάτια μου υψώνω, κρυφά
απ' το μπουλούκι,
τον ουρανό με αγάπη, με πόνο
τον κοιτάς,
άφεση ζητάς,
για αυτούς που σε σταυρώσαν,
κακία δε κρατάς.
Μουντός ο ουρανός, δακρύζει,
Κύριε και Θεέ μου, για σένα,
στο σκότος τη πλάση τη βυθίζει.
Στο νου μου ακόμη η βοή,
του όχλου το μίσος, η φωνή,
σαν κραυγές πολέμου αντρών,
Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν."
Θανάσης Καλλονιάτης - 2022 - Κατοχυρωμένο
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)