"Ο νους του τρέχει στο Μωριά,
ψηλά στο Ραμοβούνι,
στης μάνας του την αγκαλιά και στ’
όμορφο τραγούδι,
που κελαήδουσαν τα πουλιά
όμορφο τραγούδι,
που κελαήδουσαν τα πουλιά
στο πρώτο φως της μέρας.
Από νωρίς τα όπλα του, βαλμένα
στο ζωνάρι,
ταμένο το χε ο Θεός, το Έθνος
να το βγάλει,
απ το ζυγό το τούρκικο, και
το Μεχμέτ να διώξει.
Βαλτέτσι και Τριπολιτσά μα και
στα Δερβενάκια,
τους Τούρκους κατατρόπωσε με
μια χουφτιά Ραγιάδες.
Αυτά ο νους του αναπολεί μέσ'
τη Ακροναυπλία,
που Έλληνες τον έκλεισαν, τυφλοί
για εξουσία.
Από νωρίς τα όπλα του, βαλμένα
στο ζωνάρι,
ταμένο το χε ο Θεός, το Έθνος
να το βγάλει,
απ το ζυγό το τούρκικο, και
το Μεχμέτ να διώξει.
Βαλτέτσι και Τριπολιτσά μα και
στα Δερβενάκια,
τους Τούρκους κατατρόπωσε με
μια χουφτιά Ραγιάδες.
Αυτά ο νους του αναπολεί μέσ'
τη Ακροναυπλία,
που Έλληνες τον έκλεισαν, τυφλοί
για εξουσία.